Σε απόμερο πάρκο
Αίφνης ήχησαν τα τύμπανα
κυματισμός δόνησε τα μύχια
αστραπή ενός λησμονημένου κεραυνού
φωτοπλημμύρησε το παρκάκι
-Αφέγγαρεςνύχτες άπλωσαν λήθη
νύχτες βροχερές και παγωμένες
σμίλεψαν και αφόπλισαν το σώμα μου
γυμνό με άφησαν να αιωρούμαι στο κενό-
Μα να που φάνηκες εσύ
χαράκτης και ζωγράφος μου να γίνεις.
Όπως το τατουάζ στην πλάτη μιας γυναίκας
Καρδιά και αρχιγράμματα κεντάς στον ώμο μου.
Σαν το μωρό τις νύχτες που ξυπνάει
της μάνας του που προσδοκά την αγκαλιά
μου’ δωσες χρώμα και ανάσα
στις μέρες μου ξανάβαλες φωτιά.
Του Κώστα Μ. Σκηνιώτη